Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Ραδιο-ερασιτεχνισμός: «Κλειστό χόμπυ» όπως κλειστό επάγγελμα;

undefined«Υπάρχουν ακόμη ραδιοερασιτέχνες?» ήταν η αντίδραση ενός σύγχρονου νέου στο άκουσμα πως ένας έλληνας πρώτευσε στον παγκόσμιο διαγωνισμό επικοινωνίας μέσω της σελήνης. Δικαιολογημένη και αναμενόμενη η αντίδραση, αφού για τους περισσότερους η λέξη ραδιοερασιτεχνισμός φαίνεται να θυμιζει κάτι το παλιό, με λυχνίες συρμάτινες κεραίες, σήματα μορς, αφιερώσεις τραγουδιών και κάμποση ραδιο-πειρατεία….
Όμως  ανάμεσά μας υπάρχουν αρκετοί που ενδιαφέρονται και για την τεχνολογία της επικοινωνίας  και αφιερώνουν μεγάλο τμήμα του ελεύθερου χρόνου τους στον πειραματισμό με τα εργαλεία και τις τεχνικές για να ξεπεράσουν τα τεχνολογικά και τα γεωγραφικά όρια που περιορίζουν την επαφή μεταξύ των ανθρώπων. Αυτοί οι χομπίστες των επικοινωνιών πρωτοεμφανίστηκαν στις αρχές του περασμένου αιώνα όταν η τεχνολογική έκρηξη των ραδιοκυμάτων μεταμόρφωσε την ζωή στον πλανήτη. Και από εκείνη την εποχή πήραν το όνομα Ραδιοερασιτέχνες. Ήταν η εποχή που  χρησιμοποιήθηκε η ηλεκτρονική λυχνία και οι συχνότητες των μακρών και βραχέων κυμάτων άρχισαν να πλημμυρίζουν από τους ήχους των σημάτων Μορς που τότε ήταν ο μόνος τρόπος επικοινωνίας.  Τότε βέβαια οι ραδιοεπικοινωνίες ήταν υπόθεση πολύ περισσότερο κρατική και στρατιωτική πράγμα που καθόριζε τους κανόνες χρήσης. Με δεδομένο ότι όλα τα κράτη ήθελαν να ελέγχουν τις επικοινωνίες πάνω από τα σύνορά τους θεσπίστηκαν αυστηροί κανόνες αδειοδότησης των ραδιοερασιτεχνών και πολλοί περιορισμοί που αντανακλούσαν με τον τρόπο τους το διεθνές ή τοπικό πολιτικό κλίμα. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση των 6 ελλήνων ραδιοερασιτεχνών που συνελήφθηκαν το καλοκαίρι του 1947 με την κατηγορία της κατασκοπείας. Οι εφημερίδες της εποχής δημοσίευσαν την φωτογραφία του εργαστηρίου του Μ. Ψαλίδα, με την λεζάντα «Οι κατασχεθέντες κομμουνιστικοί ασύρματοι!» Ευτυχώς λίγες εβδομάδες μετά αποδείχθηκε η γκάφα των αρχών και αφέθηκαν ελεύθεροι.. Όμως ο φόβος των «ασυρμάτων» σημάδεψε την στάση των αρχών απέναντι στον ραδιοερασιτεχνισμό, τουλάχιστον μέχρι την μεταπολίτευση…. Αποτέλεσμα ήταν να μετατραπεί για δεκαετίες σε ένα «κλειστό χόμπι», όπως λέμε «κλειστό επάγγελμα». Δυστυχώς αυτή η προϊστορία ακόμη αντανακλάται σε συντηρητικές αντιλήψεις που θέλουν να διατηρούνται όσο το δυνατόν περισσότεροι διαχωρισμοί και περιορισμοί. Όμως, η ανθρώπινη επικοινωνία στον 21ο αιώνα έχει αλλάξει πολύ… Υπολογιστές, Ιντερνετ, ασύρματα ψηφιακά συστήματα, κινητά τηλέφωνα, δορυφόροι, μικροκυκλώματα, λογισμικό που διευκολύνει και αυτοματοποιεί δεκάδες διαδικασίες… Και προπαντός πολύ περισσότεροι άνθρωποι με διάθεση και δυνατότητες για επικοινωνία, σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Ο ραδιοερασιτεχνισμός θα μπορούσε να είναι ένα από τα πιο δημοφιλή χόμπι των νέων του 21ου αιώνα, ειδικά σε μια χώρα με βουνά, νησιά και φύση επισκέψιμη όλο τον χρόνο. Συμβαίνει όμως το αντίθετο. Ο τρόπος που δυσ-λειτουργεί το χόμπι, από την ύλη και τον τρόπο διενέργειας των εξετάσεων μέχρι την εσωστρέφεια των περισσότερων συλλόγων, αποδιώχνει τους δημιουργικούς και δραστήριους. Αυτή είναι η κοινή διαπίστωση όσων έρχονται σε συχνή επαφή με την νέα γενιά που έχει και πολλές γνώσεις και πολλά ερεθίσματα γύρω από την επικοινωνία.
Πολλοί ήλπιζαν ότι η –εδώ και καιρό απαιτούμενη- εναρμόνιση του ελληνικού κανονισμού λειτουργίας των ραδιοερασιτεχνών με τα διεθνή δεδομένα, θα έφερνε μια νέα εποχή. Κυρίως υιοθετώντας τις διεθνείς  οδηγίες για κατάργηση των εξετάσεων στα σήματα Μορς και για την διευκόλυνση της εισόδου νέων στο χόμπι με απλοποίηση των σχετικών διαδικασιών.  Δυστυχώς το σχέδιο του νέου κανονισμού που τέθηκε σε διαβούλευση, δεν κάνει το απαιτούμενο βήμα στον 21ο αιώνα.
Είναι ενδιαφέρον ότι το «Άρθρο 6 – Κατηγορίες ραδιοερασιτεχνικών αδειών» έχει συγκεντρώσει τα περισσότερα σχόλια και τις περισσότερες αντιπαραθέσεις στην διαβούλευση. Εδώ υποτίθεται αναμένεται η μεγαλύτερη τομή και ο εναρμονισμός με τα διεθνή δεδομένα. Όμως γίνεται κουτσά, στραβά και αναποτελεσματικά.
Φαίνεται ωσάν οι συντάκτες του σχεδίου να μην έχουν αναρωτηθεί Τι γίνεται στον υπόλοιπο κόσμο; Τι κάνουν οι άλλοι Ευρωπαίοι, οι Αμερικανοί και οι Αυστραλοί, Τι προτείνουν οι διεθνείς οργανισμοί για την αδειοδότηση των Ραδιοερασιτεχνών;
Η απάντηση υπάρχει και την βρίσκει εύκολα όποιος την ζητήσει, είτε αρμοδίως είτε με μια απλή αναζήτηση στο Ιντερνετ: Oτι πρέπει να διευκολυνθεί η πρόσβαση στο χόμπυ των νέων ανθρώπων που έχουν τεχνολογικά ενδιαφέροντα αλλά και των μεγαλύτερων σε ηλικία που δεν διαθέτουν τον χρόνο και τις προαπαιτούμενες γνώσεις για να δώσουν εξετάσεις για την «πρώτη» κατηγορία των ραδιοερασιτεχνών.
Έτσι οι αρμόδιες επιτροπές της Ευρωπαϊκής Συνδιάσκεψης Τηλεπικοινωνιών (CEPT), προτείνουν, πέρα από την «πρώτη» κατηγορία –για την οποία έχει αφαιρέσει την απαίτηση γνώσης του κώδικα Μορς- να καθιερωθούν και άλλες «αρχαρίων» (Novices) ή και «εισαγωγική» (Entry Level).
Δυστυχώς το σχέδιο κανονισμού, υιοθετεί μία μόνο από αυτές τις κατηγορίες, την «ανώτερη»- HAREC, την οποία ως δια μαγείας μεταμορφώνει σε δύο: Μια κανονική HAREC και μία –ελληνική πρωτοτυπία- HAREC με Μορς.
Πέραν του παραλογισμού που εκπέμπει αυτή η «πατέντα» (αλήθεια ποιος την εισηγήθηκε και που βρήκε το διεθνές ανάλογο;) είναι αναχρονιστική από κάθε άποψη, εκπαιδευτική και ραδιοερασιτεχνική. Και το χειρότερο δείχνει άγνοια του τι συμβαίνει στον σύγχρονο κόσμο. Πράγμα ανεπίτρεπτο αυτούς που την εισηγήθηκαν και για όσους την υιοθέτησαν έστω και ως σχέδιο.
Γιατί να μην «ανοίξει» το χόμπι; Γιατί να μην δημιουργηθεί μια εισαγωγική κατηγορία για τους νέους ραδιοερασιτέχνες με βασικό περιορισμό την χαμηλή ισχύ; Οι ραδιοερασιτεχνικοί σύλλογοι θα μπορούσαν να αναλάβουν την εκπαίδευση, την επίβλεψη του χειρισμού αλλά και την αξιολόγηση των εκπαιδευόμενων με απλές εξετάσεις που θα μπορούσαν να γίνονται κάθε μήνα και όχι κάθε εξάμηνο όπως πριν.
Αυτή η αλλαγή θα έφερνε περισσότερους νέους στον ραδιοερασιτεχνισμό, αλλά θα είχε σαν αποτέλεσμα την αναβάθμιση της λειτουργίας των συλλόγων και την συνολική βελτίωση τεχνογνωσίας της κοινότητας των ραδιοερασιτεχνών.
Η άλλη σημαντική αλλαγή θα πρέπει να είναι η αφαίρεση από τις εξετάσεις της απαίτησης της γνώσης του χειρισμού Μορς. Ο κώδικας Μορς είναι ένας γοητευτικός και εξαιρετικά αποτελεσματικός τρόπος επικοινωνίας, αλλά βάσει των διεθνών οδηγιών δεν είναι πλέον προαπαιτούμενο για τους ραδιοερασιτέχνες ούτε άλλωστε χρησιμοποιείται στις άλλες πολιτικές επικοινωνίες. Όποιος θέλει μπορεί να χρησιμοποιεί Μορς στις προβλεπόμενες περιοχές συχνοτήτων. Δεν είναι δυνατόν να επιμένουμε στην Ελλάδα του 21ου αιώνα στην διατήρησή του στην εξεταστέα ύλη, όταν έχει καταργηθεί στις περισσότερες χώρες.
SW1MNE Γιάννης Γιανναράκης

Πηγή: "Το Βήμα"

Δεν υπάρχουν σχόλια: